Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

υπερβαρος, -η, -ο

         
overweight

         

Ερμηνεία:

Υπέρβαρο είναι το άτομο, που το βάρος του σώματός του ξεπερνάει το απαραίτητο κανονικό.

Πληρώνει κανείς ακριβά τα λάθη του ενώ είχε ευκαιρία να μη τα επαναλάβει. Το να είναι κανείς υπέρβαρος δεν αποτελεί μόνο σοβαρό παράγοντα κινδύνου για να πάθει καρδιοκυκλοφοριακά προβλήματα και καρκίνο, αλλά και σοβαρό λόγο βλάβης των λειτουργιών του εγκεφάλου του.

Η πρόσφατη μελέτη σε Σουηδούς διδύμους αποκάλυψε ότι όσα άτομα ήταν υπέρβαρα το 1960 είχαν σημαντική έκπτωση της μνήμης τους και της ικανότητας τους να σκέπτονται επιδέξια, όταν γέρασαν.

Το να ζει κανείς και να απολαμβάνει τη στιγμή έχει και τα επακόλουθα του. Ας σκεφτόμαστε δυο φορές, όταν τρώμε πάρα πολύ ή τρώμε σκουπιδοτροφές. Μια μέρα ίσως δεν θα είμαστε ικανοί να σκεφτούμε, με τίποτε.



Ετυμολογία:



Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

[What kind of intervention has the best results to reduce the weight in overweighted or obese adults?].Lara M, Amigo H.Arch Latinoam Nutr. 2011 Mar;61(1):45-54.

Addressing Food Insecurity and Overweight/Obesity in Hospitalized Low-Income Latino Patients.Gipson-Jones TL, Davis BL, Harris CM.Creat Nurs. 2019 Aug 15;25(3):241-248. doi: 10.1891/1078-4535.25.3.241.

Role of Physical Activity and Exercise in Treating Patients with Overweight and Obesity. Jakicic JM, Rogers RJ, Davis KK, Collins KA.Clin Chem. 2018 Jan;64(1):99-107. doi: 10.1373/clinchem.2017.272443. 

 



Συνώνυμα:







© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Ωτορινολαρυγγολόγος, Οδοντίατρος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παθολογία: